Τα νέα της σχέδια για την προστασία του κλίματος παρουσίασε χθες (22.01)
η Κομισιόν. Η Γερμανία θεωρεί ότι το πακέτο μέτρων βάζει φρένο στις
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και γι΄ αυτό το λόγο αντιδρά.
Η πρώτη αντίδραση του γερμανού υπουργού Οικονομίας και Ενέργειας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός και αντικαγκελάριος της Γερμανίας θεωρεί τα σχέδια της Κομισιόν απαράδεκτα: «Η γερμανική κυβέρνηση πιστεύει ότι χρειαζόμαστε τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 40 % μέχρι το 2030, αλλά ως μέρος ενός τρίπτυχου που περιλαμβάνει, εκτός από τη μείωση των εκπομπών, την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) αλλά και την εξοικονόμηση ενέργειας».
Εντούτοις η Κομισιόν αποχαιρετά τώρα αυτό το τρίπτυχο, τουλάχιστον όσον αφορά τη δεσμευτικότητά τους. Μέχρι σήμερα ίσχυε για τις 28 χώρες - μέλη ο στόχος 20-20-20: μέχρι το 2020 θα έπρεπε να έχουν μειωθεί οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 20% και το μερίδιο των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας να αυξηθεί στο 20 % ενώ προβλέπονταν ότι και η εξοικονόμηση ενέργειας θα έπρεπε να πιάσει το 20%. Πλέον όμως μόνον ένας από τους τρεις στόχους που είχαν τεθεί θα είναι δεσμευτικός και συγκεκριμένα αυτός που αφορά τη μείωση των εκπομπών. Όσον αφορά τις ΑΠΕ, η Κομισιόν προτείνει να αυξηθεί το μερίδιό τους στην τελική κατανάλωση ρεύματος στο 27 % μέχρι το 2030. «Οι χώρες μέλη μπορούν να θέσουν τους δικούς τους στόχους αναφορικά με τις ΑΠΕ, εφόσον το επιθυμούν», είπε την χθες (22.01) ο πρόεδρος της Επιτροπής Μπαρόζο κατά την παρουσίαση των σχεδίων.
Δικούς της στόχους θέτει η Γερμανία
Υπό τη σημερινή της μορφή, η πρόταση της Κομισιόν οδηγεί ουσιαστικά στην κατάργηση των δυο από τους συνολικά τρεις δεσμευτικούς στόχους. "Η πραγματική προστασία του κλίματος", δήλωσε χθες στο Βερολίνο ο Ζ. Γκάμπριελ, «συνεπάγεται για εμάς και έναν δεσμευτικό στόχο για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, προκειμένου να προοδεύσουμε πραγματικά στην Ευρώπη σε αυτό το πεδίο». Σύμφωνα με τα σχέδια του νυν κυβερνητικού συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Χριστιανδημοκρατών στο Βερολίνο, το μερίδιο των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας στη Γερμανία θα κυμανθεί το 2025 μεταξύ 40 και 45 %, ενώ 10 χρόνια αργότερα θα φτάσει το 60 %. Αναμφίβολα το Βερολίνο θα ήθελε να θεωρηθεί πρότυπο και να ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες το παράδειγμά της.
Η γερμανίδα υπ. Περιβάλλοντος Μπάρμπαρα Χέντρικς άφησε να εννοηθεί ότι η εγκατάλειψη φιλόδοξων στόχων όσον αφορά τη χρήση οικολογικού ρεύματος, ενδέχεται να φέρει και πάλι στο προσκήνιο την εκμετάλλευση της πυρηνικής ενέργειας: «Είναι μεγάλος ο κίνδυνος το παραθυράκι αυτό να εκληφθεί ως αναγέννηση της πυρηνικής ενέργειας», δήλωσε η υπουργός μιλώντας στη βαυαρική ραδιοφωνία. Υπενθυμίζεται ότι μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα το 2011, η Γερμανία δεσμεύτηκε να κλείσει όλα τα πυρηνικά της εργοστάσια μέχρι το 2022.
Η πλειοψηφία των υπολοίπων χωρών της γηραιάς ηπείρου δεν ακολούθησε το γερμανικό παράδειγμα. Αντιθέτως, στη Μεγάλη Βρετανία και σε ορισμένες άλλες χώρες σχεδιάζεται η κατασκευή νέων εργοστασίων.
Ακριβός ο γερμανικός δρόμος
Δεν είναι όμως λίγοι εκείνοι που επικρίνουν την ιδιαίτερη ευαισθησία που δείχνει η Γερμανία στο θέμα της προστασίας του κλίματος. Ο Ντίτερ Χελμ, για παράδειγμα, καθηγητής στην Οξφόρδη, κατηγορεί το Βερολίνο ότι με την εμμονή της για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ προσπαθεί να επιβάλει ουσιαστικά στις υπόλοιπες χώρες υπέρογκα κόστη που δεν είναι απαραίτητα. Ο «γερμανικός δρόμος» είναι ακριβός και σε καμία περίπτωση αποτελεσματικός, όπως τονίζει: «Δεν θα έπρεπε να υπάρχει στόχος για την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Το ποιος είναι ο αποτελεσματικότερος δρόμος για τη μείωση των εκπομπών, θα έπρεπε να είναι στη διακριτική ευχέρεια των αγορών», λέει ο ίδιος, προσθέτοντας ότι η μοναδική προϋπόθεση που θα έπρεπε να τεθεί, και το οποίο έκανε τώρα η Κομισιόν, είναι η διατύπωση ενός κοινού ανώτατου ορίου για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. «Δεν χρειαζόμαστε τίποτε περισσότερο», σχολιάζει ο καθηγητής.
Την ίδια ώρα πάντως περιβαλλοντικές οργανώσεις στη Γερμανία επικρίνουν τους light στόχους της Κομισιόν για την προστασία του κλίματος. Σύμφωνα με αυτές, ο μη δεσμευτικός χαρακτήρας των σχεδίων για την ανάπτυξη των ΑΠΕ ωφελεί την παραγωγή ενέργειας από άνθρακα, θέτει σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας στο χώρο των ΑΠΕ ενώ κλονίζει την αξιοπιστία της Ευρώπης στις υποτονικές διεθνείς διασκέψεις για το κλίμα.
Ας σημειωθεί ότι οι 28 ηγέτες της ΕΕ θα αποφασίσουν επί των προτάσεων της Κομισιόν τον Μάρτιο.
Richard Fuchs / Κώστας Συμεωνίδης
Υπεύθ. Σύνταξης: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Deutsche Welle
23/1/14
Η πρώτη αντίδραση του γερμανού υπουργού Οικονομίας και Ενέργειας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός και αντικαγκελάριος της Γερμανίας θεωρεί τα σχέδια της Κομισιόν απαράδεκτα: «Η γερμανική κυβέρνηση πιστεύει ότι χρειαζόμαστε τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 40 % μέχρι το 2030, αλλά ως μέρος ενός τρίπτυχου που περιλαμβάνει, εκτός από τη μείωση των εκπομπών, την αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) αλλά και την εξοικονόμηση ενέργειας».
Εντούτοις η Κομισιόν αποχαιρετά τώρα αυτό το τρίπτυχο, τουλάχιστον όσον αφορά τη δεσμευτικότητά τους. Μέχρι σήμερα ίσχυε για τις 28 χώρες - μέλη ο στόχος 20-20-20: μέχρι το 2020 θα έπρεπε να έχουν μειωθεί οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 20% και το μερίδιο των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας να αυξηθεί στο 20 % ενώ προβλέπονταν ότι και η εξοικονόμηση ενέργειας θα έπρεπε να πιάσει το 20%. Πλέον όμως μόνον ένας από τους τρεις στόχους που είχαν τεθεί θα είναι δεσμευτικός και συγκεκριμένα αυτός που αφορά τη μείωση των εκπομπών. Όσον αφορά τις ΑΠΕ, η Κομισιόν προτείνει να αυξηθεί το μερίδιό τους στην τελική κατανάλωση ρεύματος στο 27 % μέχρι το 2030. «Οι χώρες μέλη μπορούν να θέσουν τους δικούς τους στόχους αναφορικά με τις ΑΠΕ, εφόσον το επιθυμούν», είπε την χθες (22.01) ο πρόεδρος της Επιτροπής Μπαρόζο κατά την παρουσίαση των σχεδίων.
Δικούς της στόχους θέτει η Γερμανία
Υπό τη σημερινή της μορφή, η πρόταση της Κομισιόν οδηγεί ουσιαστικά στην κατάργηση των δυο από τους συνολικά τρεις δεσμευτικούς στόχους. "Η πραγματική προστασία του κλίματος", δήλωσε χθες στο Βερολίνο ο Ζ. Γκάμπριελ, «συνεπάγεται για εμάς και έναν δεσμευτικό στόχο για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, προκειμένου να προοδεύσουμε πραγματικά στην Ευρώπη σε αυτό το πεδίο». Σύμφωνα με τα σχέδια του νυν κυβερνητικού συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Χριστιανδημοκρατών στο Βερολίνο, το μερίδιο των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας στη Γερμανία θα κυμανθεί το 2025 μεταξύ 40 και 45 %, ενώ 10 χρόνια αργότερα θα φτάσει το 60 %. Αναμφίβολα το Βερολίνο θα ήθελε να θεωρηθεί πρότυπο και να ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες το παράδειγμά της.
Η γερμανίδα υπ. Περιβάλλοντος Μπάρμπαρα Χέντρικς άφησε να εννοηθεί ότι η εγκατάλειψη φιλόδοξων στόχων όσον αφορά τη χρήση οικολογικού ρεύματος, ενδέχεται να φέρει και πάλι στο προσκήνιο την εκμετάλλευση της πυρηνικής ενέργειας: «Είναι μεγάλος ο κίνδυνος το παραθυράκι αυτό να εκληφθεί ως αναγέννηση της πυρηνικής ενέργειας», δήλωσε η υπουργός μιλώντας στη βαυαρική ραδιοφωνία. Υπενθυμίζεται ότι μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα το 2011, η Γερμανία δεσμεύτηκε να κλείσει όλα τα πυρηνικά της εργοστάσια μέχρι το 2022.
Η πλειοψηφία των υπολοίπων χωρών της γηραιάς ηπείρου δεν ακολούθησε το γερμανικό παράδειγμα. Αντιθέτως, στη Μεγάλη Βρετανία και σε ορισμένες άλλες χώρες σχεδιάζεται η κατασκευή νέων εργοστασίων.
Ακριβός ο γερμανικός δρόμος
Δεν είναι όμως λίγοι εκείνοι που επικρίνουν την ιδιαίτερη ευαισθησία που δείχνει η Γερμανία στο θέμα της προστασίας του κλίματος. Ο Ντίτερ Χελμ, για παράδειγμα, καθηγητής στην Οξφόρδη, κατηγορεί το Βερολίνο ότι με την εμμονή της για την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ προσπαθεί να επιβάλει ουσιαστικά στις υπόλοιπες χώρες υπέρογκα κόστη που δεν είναι απαραίτητα. Ο «γερμανικός δρόμος» είναι ακριβός και σε καμία περίπτωση αποτελεσματικός, όπως τονίζει: «Δεν θα έπρεπε να υπάρχει στόχος για την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Το ποιος είναι ο αποτελεσματικότερος δρόμος για τη μείωση των εκπομπών, θα έπρεπε να είναι στη διακριτική ευχέρεια των αγορών», λέει ο ίδιος, προσθέτοντας ότι η μοναδική προϋπόθεση που θα έπρεπε να τεθεί, και το οποίο έκανε τώρα η Κομισιόν, είναι η διατύπωση ενός κοινού ανώτατου ορίου για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. «Δεν χρειαζόμαστε τίποτε περισσότερο», σχολιάζει ο καθηγητής.
Την ίδια ώρα πάντως περιβαλλοντικές οργανώσεις στη Γερμανία επικρίνουν τους light στόχους της Κομισιόν για την προστασία του κλίματος. Σύμφωνα με αυτές, ο μη δεσμευτικός χαρακτήρας των σχεδίων για την ανάπτυξη των ΑΠΕ ωφελεί την παραγωγή ενέργειας από άνθρακα, θέτει σε κίνδυνο χιλιάδες θέσεις εργασίας στο χώρο των ΑΠΕ ενώ κλονίζει την αξιοπιστία της Ευρώπης στις υποτονικές διεθνείς διασκέψεις για το κλίμα.
Ας σημειωθεί ότι οι 28 ηγέτες της ΕΕ θα αποφασίσουν επί των προτάσεων της Κομισιόν τον Μάρτιο.
Richard Fuchs / Κώστας Συμεωνίδης
Υπεύθ. Σύνταξης: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Deutsche Welle
23/1/14
No comments:
Post a Comment
Only News