«Δύο είναι οι μέθοδοι της προστασίας ξύλινων ναυαγίων στην
Ελλάδα, in situ, δηλαδή μέσα στο θαλάσσιο περιβάλλον στον οποίο έχουν
εντοπισθεί: Η πρώτη χρησιμοποιεί γεωύφασμα και η δεύτερη βασίζεται στον
εγκιβωτισμό του ναυαγίου. Και οι δύο όμως είναι πρωτοποριακές».
Αυτό ανέφερε στην ομιλία της στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο η δρ Αναστασία Πούρνου ειδικευμένη στην προστασία του ξύλου από μικροοργανισμούς που αναπτύσσονται στη θάλασσα και καταστρέφουν τα αρχαία ναυάγια.
Αυτό ανέφερε στην ομιλία της στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο η δρ Αναστασία Πούρνου ειδικευμένη στην προστασία του ξύλου από μικροοργανισμούς που αναπτύσσονται στη θάλασσα και καταστρέφουν τα αρχαία ναυάγια.
Το γεγονός, ότι η υποβρύχια αρχαιολογία έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δεκαετίες είχε ως αποτέλεσμα την αποκάλυψη πολλών ξύλινων ναυαγίων, τα οποία όμως από τη στιγμή, που θα έρθουν στο φως σε οικοσυστήματα, όπως το μεσογειακό μπορεί να αφανιστούν μέσα σε πολύ μικρό, χρονικό διάστημα.
«Γιατί το ξύλο των ναυαγίων, που θα βρεθεί πάνω από το ίζημα, λόγω μιας ανασκαφής ή λόγω υδροδυναμικών φαινομένων θα εποικιστεί άμεσα από θαλάσσιους ξύλο - διατρητικούς οργανισμούς (wood borers), που εντός ολίγων ετών θα το αποδομήσουν ολοκληρωτικά», είπε η ίδια. Συνεπώς, εάν μετά την αποκάλυψη το ξύλο δεν επαναταφεί σύντομα στο ίζημα όπου βρισκόταν, δηλαδή αν δεν επιστρέψει στο περιβάλλον ταφής του, που το διατήρησε ως σήμερα, κινδυνεύει να χαθεί για πάντα.
Οι οργανισμοί από τους οποίους κινδυνεύει το ξύλο μέσα στη θάλασσα ανήκουν κυρίως στα μαλάκια και στα καρκινοειδή. Να σημειωθεί όμως ότι το ξύλο ως αρχαιολογικό εύρημα μπορεί να προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για την αξιοποίηση της ξυλείας από τον άνθρωπο σε διάφορες εποχές και κατά συνέπεια μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στη μελέτη και την ερμηνεία του φυσικού, κοινωνικού και οικονομικού περιβάλλοντος.
Μόνο στη Μεσόγειο άλλωστε έχουν καταγραφεί πάνω από 2000 αρχαία ναυάγια ενώ η UNESCO υπολογίζει, ότι υπάρχουν περίπου 3 εκατομμύρια ναυάγια σε όλο τον κόσμο, που δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί. Οσο κι αν φαντάζεται κανείς όμως, ότι πρωτίστως τα ναυάγια αποκαλύπτονται από τις αρχαιολογικές έρευνες, η αλήθεια είναι, ότι αυτό συντελείται συνήθως από την μετακίνηση ιζημάτων λόγω αλλαγής του υδροδυναμικού καθεστώτος του υποθαλάσσιου χώρου, που οφείλεται σε φυσικούς παράγοντες: τεκτονικά ρήγματα, ένταση και διεύθυνση ρευμάτων, σύσταση ιζήματος, γεωμορφολογία κ. λ. π.
Η επόμενη αιτία είναι οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις τόσο στο παράκτιο όσο και στο υποθαλάσσιο περιβάλλον (κατασκευαστικά έργα σε λιμάνια, φράξιμο χειμάρρων, τουρμπίνες πλοίων, αλιεία κ. λ. π). Οσο για τις αρχαιολογικές υποβρύχιες έρευνες, κι αυτές μπορεί να εκθέτουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα τα ναυάγια εκτός ιζήματος.
Ο μεγάλος όγκος των ξύλινων ναυαγίων που ανακαλύπτονται αποτελεί έτσι, ένα σημαντικό πρόβλημα όσον αφορά στην προστασία και στη συντήρησή τους. Για το λόγο αυτό μάλιστα η προστασία της υποβρύχιας πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελεί βασική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και διεθνών οργανισμών (ICOMOS, UNESCO).
Ολοι αυτοί οι οργανισμοί δίνουν έμφαση στη διαχείριση και προστασία των ναυαγίων in situ, κυρίως επειδή στις μέρες, στα περισσότερα κράτη του κόσμου η ανέλκυση, συντήρηση και έκθεση ένυδρης αρχαιολογικής ξυλείας μεγάλου όγκου, δεν είναι οικονομικά εφικτή.
«Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις που ακολουθούνται στην Μεσόγειο για την in situ προστασία αρχαίων ναυαγίων» είπε η κυρία Πούρνου. «Στο ελλαδικό χώρο όμως έχουν αναπτυχθεί κατ΄ αρχάς η χρήση γεωυφασμάτων, που σε περιβάλλοντα χαμηλής υδροδυναμικής μπορούν να λειτουργούν ως φυσικά φράγματα στην εποίκηση ξύλο - διατρητικών οργανισμών και να δημιουργούν αναερόβιες συνθήκες ταφής και κατά δεύτερον στον εγκιβωτισμό του ξύλινου μέρους των ναυαγίων μέσα στο ίζημα που εξασφαλίζει σταθερές ατοξικές συνθήκες σε περιβάλλοντα υψηλής υδροδυναμικής», κατέληξε.
tovima gr
28/12/12
No comments:
Post a Comment
Only News